• Ομιλία κ. Κώστα Μ. Σταματόπουλου/Metropolis/15-11-2010

    October 11, 2012 - Ομιλίες

    ΟΜΙΛΙΑ

      Κ. Σταματόπουλου, Ιστορικού

    «Τατόι: Μια Πρόκληση Πολιτισμού»

    «Metropolis»

    Δευτέρα 15 Νοεμβρίου 2010

     

    Κυρίες και κύριοι, αγαπητοί φίλοι του Τατοΐου.

    Στην αποψινή μας συγκέντρωση δύο πράγματα μου φαίνονται με την πρώτη ματιά σημαντικά και εξαιρετικά ελπιδοφόρα. Το πρώτο είναι αυτό το ίδιο το γεγονός της συγκέντρωσης, καθώς και o τρόπος με τον οποίον αυτή μεθοδεύτηκε, χάρη στην πρωτοβουλία του Βασίλη Κουτσαβλή που πρώτος μπήκε μπροστά, και βέβαια, χάρη στην σύγχρονη τεχνολογία (αναφέρομαι στο διαδίκτυο), την τόσο εξυπηρετική σ’ αυτή την περίπτωση. Διότι τι άλλο αποτελεί η σύναξη αυτή από μια υγιή αντίδραση της κοινωνίας των πολιτών, της πιο εν εγρηγόρσει για τα κρείττονα κατηγορίας του λαού, χωρίς την ύπαρξη της οποίας η όποια δημοκρατία μας παραμένει παράλυτη; Αντιστοίχως, η πολιτεία, ελλείψει αυτής, ελλείψει δηλαδή υπεύθυνης κριτικής και ελέγχου από την λαϊκή βάση, ωθείται προς την αλαζονεία και την αυθαιρεσία που είναι η φυσική της ροπή; Έτσι λοιπόν, όλοι εμείς εδώ, από το γεγονός και μόνον ότι συγκεντρωθήκαμε, ότι εντάξαμε στο πρόγραμμά μας αυτή την αγωνιστική συνεύρεση για το κοινό καλό, και προσκαλέσαμε σ’ αυτήν φίλους και γνωστούς, προσφέρομε στην κοινωνία μας που καίρια υστερεί σ’ αυτόν τον τομέα, σημαντική υπηρεσία.

    Το δεύτερο γεγονός που με χαροποιεί είναι ο συγκεκριμένος λόγος που μας ξεσήκωσε: η σωτηρία δηλαδή ενός από τα πιο πολύτιμα τμήματα της βαρύτιμης και τόσο κακοποιημένης αττικής γης, του «Τατογιού», όπως αποκαλούσαν κάποτε το κτήμα οι παλιοί Αθηναίοι. Αλλά, γιατί το Τατόι; Προσπερνώ τα περί φύσεως, αρχιτεκτονικής και εθνικής ιστορίας αυτονόητα, τα οποία όλοι ενστερνίζεσθε, διότι αλλοιώς δεν θα ήσασταν εδώ, για να περάσω σε ένα βαθύτερο επίπεδο.

    Επιτρέψτε μου σ’ αυτό το σημείο να γίνω εξομολογητικός και να σας πω – και είμαι βέβαιος πως το ίδιο ισχύει για όλους σας και πώς αυτός είναι ίσως ο πιο ισχυρός λόγος για τον οποίον βρισκόμαστε απόψε εδώ – πως το Τατόι, η διάσωση δηλαδή και η ανάδειξή του ήταν και παραμένει ένα ζήτημα προσωπικής τιμής. Με άλλα λόγια νιώθω και νιώθομε ως προσωπική προσβολή που μας γίνεται, το ότι το Κτήμα βρίσκεται σ’ αυτή την ακατανόμαστη κατάντια. Νιώθουμε επίσης ότι στην περίπτωση αυτή η πολιτεία υπερβαίνει αυτό που της είναι επιτρεπτό, αυτό που είναι δικαίωμά της, με λίγα λόγια ότι αυθαιρετεί εις βάρος μας, εις βάρος δηλαδή του κοινωνικού συνόλου. Και επομένως είναι καθήκον μας δημοκρατικό να αντιδράσομε. Να αντιδράσομε, όχι εριστικά, ούτε για την αντίδραση και την διαμαρτυρία αυτή καθ’ αυτή, την όμως απολύτως όπως είδαμε δικαιολογημένη, αλλά για να διατρανώσομε στους αρμοδίους φορείς και κυρίως στα ύπατα επίπεδα των υπηρεσιών που εμπλέκονται στο Τατόι , ότι τους παρακολουθούμε στενά, ότι έχομε τα μάτια μας καρφωμένα σ’ αυτούς κι ότι, μέχρι στιγμής, όχι όλοι, όμως οι πιο πολλοί, μας έχουν οικτρά απογοητεύσει. Και να προσθέσομε ότι προσφέρομε ανιδιοτελώς τις υπηρεσίες μας στην πολιτεία, η οποία, επιμένομε, και σ’ αυτό θέλω να είμαστε σαφείς, δεν έχει το δικαίωμα να μην τις δεχθεί.

    Άλλωστε ας μη κρυβόμαστε πίσω από το δάκτυλό μας, τα 7/10 – και είμαι εξαιρετικά επιεικής και γενναιόδωρος – των όσων μέχρι στιγμής έγιναν στο Τατόι, έγιναν όχι από το Κράτος, αλλά από την κοινωνία πολιτών, εκπροσωπούμενη στην περίπτωση αυτή από ελάχιστα άτομα, από την Ελληνική Εταιρεία Περιβάλλοντος και Πολιτισμού, και κάποιους τοπικής εμβελείας άξιους συλλόγους, όπως είναι «Οι φίλοι του δάσους».

    Με τα όσα παρακάτω θα σας πω δεν θέλω να περιαυτολογήσω. Θέλω μόνον να καταδείξω – και τούτο έχει νομίζω απόλυτη σχέση με την σημερινή μας συνάθροιση – πως ένας μόνον άνθρωπος, συνεπικουρούμενος από μία δραστήρια οργάνωση, που με τους αγώνες της έχει κερδίσει κύρος και σεβασμό, ανέσυραν από την λήθη ένα μεγάλο ζήτημα και επέτυχαν όχι όσα θα έπρεπε, αλλ’ οπωσδήποτε όπως θα ακούσετε επέτυχαν όχι λίγα.

    Προς χάριν της ιστορίας, αξίζει να θυμίσομε πως η δραστηριοποίηση της Ελληνικής Εταιρείας, με την καθοδήγηση και την προσωπική εργασία του ομιλούντος, ξεκίνησε το 1999, αμέσως μετά τον μεγάλο σεισμό του Σεπτεμβρίου, αν όχι και λίγους μήνες πιο μπροστά. Θυμούμαι πως ανέβηκα τότε με κλιμάκιο του Υπουργείου Πολιτισμού, της 1ης Εφορίας Νεωτέρων Μνημείων, στο Τατόι, το οποίο ιδίοις όμμασι διαπίστωσε την αρχιτεκτονική αξία, αλλά και την κρίσιμη κατάσταση των σαράντα περίπου κτιρίων του. Μας εδήλωσαν την για ποικίλους λόγους αδυναμία τους να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα. Κατόπιν τούτου, η Ελληνική Εταιρεία, με πρωτοβουλία του ομιλούντος και με την συνδρομή πολλών φίλων του Κτήματος που χρηματοδότησαν το έργο, εκπόνησε λεπτομερή φάκελο με τις αποτυπώσεις και τις σχολιασμένες φωτογραφίες των περισσοτέρων κτιρίων, εργασία που πραγματοποίησε, σχεδόν αφιλοκερδώς, ένας νέος αρχιτέκτων αναστηλωτής, ο Ιάσων Καβαλλίνης, τον οποίον, προηγουμένως ο ομιλών είχε στρέψει προς την επιλογή της μελέτης του οινοποιείου του Τατοΐου, ως εργασίας για την απόκτηση του διπλώματος του αναστηλωτού. Του οινοποιείου, το οποίο όπως διαπιστώνει κάθε περιπατητής, βρίσκεται εδώ και δύο χρόνια, μετά την πλήρη αφαίρεση της στέγης του, ξέσκεπο, με όλον του τον αυθεντικό, μοναδικό ξύλινο εξοπλισμό εκτεθειμένο στον ήλιο, στην βροχή και στο χιόνι, από εκείνες ακριβώς τις υπηρεσίες των οποίων το στοιχειώδες καθήκον θα ήταν η άμεση προστασία του από τις προσβολές του καιρού, περιμένοντας για την αποκατάστασή του ευτυχέστερους καιρούς ως προς την ιεράρχηση των αναγκών εκ μέρους του Υπουργείου και βέβαια για τα οικονομικά της χώρας… Περιμένοντας επίσης την συνδρομή της κοινωνίας, ιδιαίτερα του επιχειρηματικού κλάδου που ασχολείται με τα αμπέλια και το κρασί, με ιδέες και χρήματα …

    Ο φάκελος παραδόθηκε στην Εφορία Νεωτέρων Μνημείων με την αίτηση της Ελληνικής Εταιρείας να χαρακτηρισθεί το Τατόι διατηρητέο από το Υπουργείο Πολιτισμού. Ακολούθησαν έτη απόλυτης ακινησίας και σιγής εκ μέρους των αρχών, στην διάρκεια των οποίων ο ομιλών προχωρούσε την έρευνα και την συγγραφή του βιβλίου του. Ώσπου τον Σεπτέμβριο του 2003 – έξη μήνες αφ’ ότου το Τατόι είχε περιέλθει στο Δημόσιο – εκλήθη η Ελληνική Εταιρεία να υποστηρίξει το αίτημά της περί χαρακτηρισμού του Κτήματος – κάτι που σε οποιαδήποτε άλλη χώρα θα ήταν αυτονόητο και θα είχε γίνει αυτόματα και προ πολλού – ενώπιον του Κεντρικού Συμβουλίου Νεωτέρων Μνημείων, αποστολή που ανετέθη στον ομιλούντα. Το αποτέλεσμα ήταν να χαράξω ο ίδιος στον χάρτη του υπουργείου – που έτυχε επίσης να είναι φωτοτυπία του δικού μου χάρτη – τα όρια της από το Υπουργείο Πολιτισμού προστατευόμενης περιοχής (πρόκειται για ολόκληρο τον ιστορικό πυρήνα του Κτήματος εκτάσεως άνω των 15.000 στρεμμάτων) και να υπαγορεύσω σε γραφείο του υπουργείου στην οδό Ερμού, την σχετική υπουργική απόφαση.

    Ένα περίπου έτος μετά κυκλοφόρησε το δίτομο «Χρονικό του Τατοΐου» από τις εκδόσεις Καπόν, το οποίο απήτησε σχεδόν 7 χρόνια συνεχούς εργασίας, και το οποίο διασώζοντας στην λεπτομέρειά της την ιστορία του Κτήματος, στερεί στο εξής από τον οποιοδήποτε την εύκολη δικαιολογία περί αγνοίας. Το «δεν ξέρω» πια δεν υπάρχει, υπάρχει μόνον το «δεν θέλω», καθώς και – μολονότι με δυσκολία το δέχομαι προκειμένου για σωστικά νοικοκυρεμένα έργα μικρής κλίμακας – υπάρχει το «δεν μπορώ»…

    Την θετική απόφαση του χαρακτηρισμού η Ελληνική Εταιρεία την εξέλαβε ως απαρχή νέας περιόδου προσπαθειών. Οργάνωσε υπό την προεδρεία μου ειδική διεπιστημονική επιτροπή και ήλθε σε επαφή με υπηρεσίες που ασχολούνται με βασιλικά και εν γένει μεγάλα πάρκα στην Αγγλία και την Γαλλία για να ενημερωθεί τόσο για την τεχνογνωσία, όσο και για νομικά και θεσμικά ζητήματα.  Τα πορίσματα της εργασίας αυτής με την μορφή προτάσεως που περιελάμβανε τις κατευθυντήριες γραμμές ενός λειτουργικού σχεδιασμού για το Τατόι, (η πραγμάτωση του οποίου προβλεπόταν να ολοκληρωθεί σε 12 χρόνια, στο πέρας των οποίων το Κτήμα θα ήταν οικονομικά αύταρκες// αυτοχρηματοδοτούμενο), παρουσιάσθηκαν δημόσια τον Μάρτιο του 2005, ενώπιον κοινού, και εκπροσώπων του Τύπου.

    Στο έκτοτε χρονικό διάστημα το ενδιαφέρον της Ελληνικής Εταιρείας για το Τατόι εκδηλώθηκε

    –       με συχνές παραστάσεις εγγράφως προς το υπουργείο για διάφορα επί μέρους ζητήματα, στην ουσία πάντοτε για την διευκόλυνση του έργου του,

    –        με δημόσιες ξεναγήσεις από τον υποφαινόμενο προς ενημέρωση του κοινού,

    –       με την εκτύπωση και διανομή σχετικού φυλλαδίου…

    Όλα αυτά τα χρόνια συνεχίσαμε να επιμένομε απτόητοι, χωρίς να έχομε την παραμικρή απτή ένδειξη ότι το κράτος, παρά τις διακηρύξεις του υπέρ της συμμετοχικής δημοκρατίας (επί το πλείστον προεκλογικές), ήταν πρόθυμο να συνεργασθεί με το πιο ευαισθητοποιημένο κομμάτι της κοινωνίας για το κοινό καλό, κομμάτι στο οποίο σημειωτέον, στην περίπτωση του Τατοΐου, ανήκουν οι μόνοι βαθείς γνώστες, αν όχι οι μόνοι γνώστες, του θέματος. Το αποκορύφωμα ήταν η ανεκδιήγητη απαγόρευση να διανέμομε το φυλλάδιό μας για το Τατόι μέσα στο ίδιο το Κτήμα. Είναι κι αυτό αγαπητοί φίλοι, ένα από τα πιο εμμένοντα οθωμανικά μας ανακλαστικά.

    Από τον περασμένο Φεβρουάριο, η Ελληνική Εταιρεία απέκτησε ξανά συγκεκριμένο αντικείμενο δράσης στο Τατόι. Τούτο δε χάρη στην αξιέπαινη πρωτοβουλία του νομάρχη Ανατολικής Αττικής κ. Κουρή, ο οποίος με την συνεργασία του Φορέως Διαχείρισης Πάρνηθας, την προσέγγισε, για την εκτέλεση κάποιων έργων μικρής κλίμακας στο Τατόι, τα οποία θα του εισηγείτο ως επαϊουσα αυτή. Οφείλω στο σημείο αυτό και δημόσια να πω ότι τόσο στην νομαρχία όσο και στον φορέα Πάρνηθας συνάντησα άτομα με ειλικρινή έγνοια για την τύχη του Κτήματος, για τα οποία οι φίλοι του Τατοΐου δεν μπορούν παρά να αισθάνονται ευγνώμονες. Από τις προτάσεις που η Ελληνική Εταιρεία εισηγήθηκε στην νομαρχία Αν. Αττικής και τις οποίες αυτή απεδέχθη να χρηματοδοτήσει και να υποστηρίξει, θα σας παρουσιάσω επί τροχάδην την πρώτη, ενώ για τις δύο άλλες θα σας μιλήσει κατόπιν, η κυρία Λυδία Καρρά.

    Αφορά την αποκατάσταση της διαδρομής που από την δημοσιά καταλήγει στην τεχνητή λίμνη Κιθάρα. Όλοι γνωρίζετε την ομορφιά αυτής της διαδρομής, την ωραιότατη θέα που έχει ο περιπατητής προς το λεκανοπέδιο και την Αθήνα, τις δύο πέτρινες γέφυρες πάνω στις οποίες βαδίζει την μικρή στέρνα της Χήνας που προσπερνά… Αυτό που ίσως δεν γνωρίζετε είναι ότι πρόκειται για μία από τις δύο παλαιότερες δασικές οδούς του τότε βασιλικού κτήματος που περατώθηκε το έτος 1877. Πρόκειται δηλαδή για ένα από τα σημαντικότερα έργα οδοποιίας της κυβερνήσεως του Αλεξάνδρου Κουμουνδούρου. Βέβαια, λόγω της οικονομικής κατάστασης δεν είναι δυνατό να πραγματωθεί παρά μέρος της πρότασης, ήτοι η μελέτη του συνόλου του έργου, καθώς και η αποκατάσταση της Κιθάρας και η επισκευή της πρώτης πέτρινης γέφυρας, που παρουσιάζει σοβαρά στατικά προβλήματα από τα οποία κινδυνεύει να παρασυρθεί ο δρόμος.

    Και πάλι χάρη της ιστορίας, νομίζω ότι θα έπρεπε επί τροχάδην να αναφερθώ – ελπίζω δε ότι κάποιος από το ακροατήριο, αρμοδιότερος εμού, παρεμβαίνοντας, θα προσθέσει νέα στοιχεία – στα έργα αποκαταστάσεως που πραγματοποιήθηκαν από το ΥΠΠΟ κατά την περασμένη επταετία. Προτού τα απαριθμήσω, θα πω σχολιάζοντάς τα, ότι αποκαλύπτουν προχειρότητα και απουσία σχεδιασμού, καθώς αφορούν σε κτίρια τα οποία ήσαν στέρεα, την ώρα που άλλα, παλαιότερα και πολύ πιο σημαντικά αρχιτεκτονικώς, σε κατάσταση όμως εντελώς κρίσιμη, εγκαταλείφθηκαν στην τύχη τους.

    – η μερική αποκατάσταση του ιπποστασίου (αλλά δεν απετράπη η περαιτέρω καταστροφή του περιβόλου και της μεταλλικής αψίδος του υπαίθριου χώρου για τα άλογα),

    – η αποκατάσταση του φυλακίου της εσωτερικής πύλης (με αρκετές προχειρότητες και κακοτεχνίες στην στέγη και το εσωτερικό),

    – η τοποθέτηση πρόχειρου στεγάστρου στο ξενοδοχείο,

    – η μερική αποκατάσταση του υπασπιστηρίου, με την αφαίρεση της ακαλαίσθητης τσιμεντένιας προσθήκης της περιόδου της Χούντας. Και στο σημείο αυτό δύο παρατηρήσεις: α. ότι οι εργασίες διεκόπησαν απότομα τον Ιούλιο του 2009, λόγω ενός εμφυλίου που ξέσπασε – αυτό τουλάχιστον έγραψε ο τύπος – ανάμεσα σε δύο συναρμόδιες υπηρεσίες του ΥΠΠΟ, με αποτέλεσμα ευπαθή και δαπανηρά υλικά που επρόκειτο να χρησιμοποιηθούν να βρίσκονται σε μεγάλες ποσότητες από τότε παρατημένα στο ύπαιθρο (πχ στοιβαγμένες ξύλινες δοκοί) όπως βρίσκονται επίσης, αλλού μπλεγμένα στα κλαδιά κι αλλού συρόμενα στο έδαφος, τα ηλεκτροφόρα καλώδια που έφερναν το ρεύμα στην οικοδομή και β) η χαμηλή ποιότητα της αποκατάστασης. Το αποτέλεσμα, επί πλέον, δεν είναι συνεπές ούτε με τα σχέδια του Σάββα Μπούκη του 1890-92, ούτε και με εκείνα της επισκευής που εκσυγχρόνισε το κτίριο κατά την Παλινόρθωση… Mε ποια επομένως κριτήρια έγινε η επισκευή και από ποιους;  Άγνωστον, εφ’ όσον καμμία πινακίδα δεν πληροφορεί για το παραμικρό το κοινό. Το ζήτημα αυτό που θίγομε είναι σοβαρό, πλην δυστυχώς για το Τατόι, προέχουν σήμερα άλλα σοβαρότερα…

    – Η μερική αποκατάσταση των μαγειρείων.

    – Τέλος, προχωρεί ιεροκρυφίως και με ρυθμούς χελώνας, αλλ’ επί τέλους προχωρεί, η καταγραφή, καθώς και μία πρώτη συντήρηση των φορητών κειμηλίων που ευρίσκοντο άλλα στην βασιλική έπαυλη και άλλα στο σφραγισμένο παλαιό βουστάσιο, όπου είναι και οι άμαξες… Σκόρπια πού και πού δημοσιεύματα στον τύπο, με λίγες ενδεικτικές φωτογραφίες που κατόρθωσαν να τραβήξουν τολμηροί δημοσιογράφοι, μας πληροφορούν ότι τόσο ποσοτικά όσο και ποιοτικά, υπάρχει υλικό για ένα θαυμάσιο μουσείο. Με ανυπομονησία περιμένομε έναν οριστικό και επίσημο κατάλογο αντικειμένων, ώστε, μεταξύ άλλων, να αποφευχθούν τα συμπαραμαρτούντα που συνώδευσαν τις προηγούμενες δύο ή τρεις καταγραφές και ο νοών νοείτω.

    Θα πρέπει εδώ να αναφέρω εν είδει παρενθέσεως, ότι προ μηνών το Κεντρικό Συμβούλιο Νεωτέρων Μνημείων χαρακτήρισε ως διατηρητέα 28 μόνον  κτίσματα, από τα 40. Γιατί όχι όλα, εφ’ όσον το Τατόι αποτελούσε ένα ενιαίο σύνολο, με τρεις επί μέρους ενότητες: την αυλική, την διοικητική και την αγροτοκτηνοτροφική, στην οποία εντάσσονται και οι κατοικίες του μονίμου και του εποχικού προσωπικού. Μού φαίνεται επομένως στοιχειώδες ότι οφείλει ως ενιαίο σύνολο να τύχει προστασίας, χωρίς διακρίσεις που δεν έχουν νόημα, αν δεν αποβλέπουν αλλού!

    Από την άλλη, στην διάρκεια των επτάμισυ ετών από την στιγμή που το Τατόι περιήλθε στο κράτος, η φθορά υπήρξε πολύ μεγαλύτερη από την όποια ανάσχεσή της, και οι ρυθμοί της ως φυσικό, συνεχώς επιταχύνονται. Σημειώνομε ενδεικτικά

    –       την κατάρρευση της «οικίας Στουρμ» – ενός από τα πιο παλαιά κτίσματα του κτήματος – στο οποίο εν έτει 2000, ανέτως και ασφαλώς ανέβαινε κανείς έως τον δεύτερο όροφο, κάτω από την άρτια ακόμη στέγη

    –        την εξαφάνιση του πανδοχείου του Λύγδα (είχε προηγηθεί η εξαφάνιση ενός κτίσματος, στην απαρχή της διαδρομής προς την Κιθάρα και ενός άλλου κοντά στην κατοικία του αρχικηπουρού ),

    –        την εξαφάνιση του πέτρινου φυλακίου μετά την Κιθάρα, το οποίο είχε σοβαρά κλονισθεί στον σεισμό του ‘99

    –        την κατάρρευση τμήματος του πέτρινου νεοκλασικού κτιρίου των στρατώνων,

    –        την κατάρρευση της στέγης του μικρού αμαξοστασίου/αποθήκης απέναντι στο ξενοδοχείο,

    –       την κατάρρευση, την λεηλασία και τον βανδαλισμό με την εσκεμμένη καταστροφή διαφόρων αρχιτεκτονικών στοιχείων του τηλεγραφείου, μέρος της εξωτερικής στοάς του οποίου έχει υποβοηθηθεί να καταρρεύσει,

    –       την κατάρρευση της στέγης της λίαν ενδιαφέρουσας οικίας του αρχικηπουρού – που ήταν ακόμη σχεδόν ακέραιη την εποχή που έγραφα το «Χρονικό»  και την εν συνεχεία αποσάθρωση όλων των ξύλινων στοιχείων του εσωτερικού της,

    –       την καταστροφή τμήματος της μαρμάρινης κουπαστής προς τον κήπο,

    –       βανδαλισμούς και κλοπές στο εσωτερικό των κατοικιών των μονίμων εργατών του Κτήματος

    –       τον σοβαρό κλονισμό της πρώτης πέτρινης γέφυρας της διαδρομής της Κιθάρας, πιθανώς μετά την αφαίρεση από φιλίστορα βάνδαλο, του κεντρικού λίθου στην κορυφή της καμάρας της πάνω στον οποίο ήταν χαραγμένο το έμβλημα του Γεωργίου του Α΄, και τέλος

    –       την σοβαρότατη επιδείνωση της κατάστασης των στεγών των δύο πτερύγων με τις κατοικίες προσωπικού, καθώς και της στέγης του βουτυροκομείου, για τις οποίες κρούω τον κίνδυνο του κινδύνου, καθώς πρόκειται για τις μόνες σωζόμενες αυθεντικές στέγες κτιρίων του Κτήματος…

    Ο κατάλογος καταστροφών ασφαλώς και θα επιμηκυνθεί τον χειμώνα που έρχεται… Αντιλαμβάνεσθε ότι πλείστα όσα κτίσματα έφθασαν, φθάνουν ή θα φθάσουν λίαν προσεχώς σε σημείο μη αναστρέψιμο, με αποτέλεσμα να τεθεί κατά την αποκατάσταση, πέραν του αυξημένου κόστους, το μέγα ζήτημα της αυθεντικότητας. Το Κράτος παρέλαβε κάτι το γνήσιο, κινδυνεύομε όμως, έτσι που πάνε τα πράγματα, να παραδώσει κάποτε στην Κοινωνία, στην καλύτερη των περιπτώσεων, μία Disneyland.

    Ποιο αγαπητοί μου είναι το ζητούμενο και προς τα πού αν με ερωτείστε πρέπει να συντείνουν οι προσπάθειές μας; Η ιδανική λύση προς την οποία πρέπει να κατατείνομε είναι η σύσταση ενός ειδικού φορέως με αποκλειστικό αντικείμενο το Τατόι, ο οποίος, κατά τρόπον ελεγχόμενο και απολύτως διαφανή θα είναι ανοικτός στην ιδιωτική πρωτοβουλία και στον οποίον θα συμμετέχει, λόγω των μέχρι στιγμής υπηρεσιών της στον χώρο και της τεχνογνωσίας της η Ελληνική Εταιρεία. Η ισχύουσα πολυαρχία μόνον σύγχυση και αναβλητικότητα προκαλούν – για να μη πω ελαττωμένο αίσθημα υπηρεσιακής ευθύνης – ενώ παρατηρείται πως οι εμπλεκόμενες υπηρεσίες αγνοούν τα ακριβή όρια των αρμοδιοτήτων τους.

    Το προτεινόμενο σχήμα, το οποίο πρέπει να συνδυάζει ευαισθησία για την διατήρηση, αλλά και για την προώθηση της γνώσης,  τεχνογνωσία και επιχειρηματικότητα, ακούγεται εξωπραγματικό. Υπάρχει όμως, σας βεβαιώ, και αποδίδει σε πλείστα σημεία του πλανήτη μας και επί πλέον υπήρξε πραγματικότης και στην Ελλάδα, στα μέτρα βέβαια της τότε εποχής, την περίοδο της Α’ Αβασίλευτης Δημοκρατίας, από το 1924 έως το 1935.

    Οι κυβερνήτες πράγματι της κατεστραμμένης οικονομικά Ελλάδας από μία ολόκληρη δεκαετία πολεμικής προσπάθειας, οι κυβερνήτες της κατακλυσμένης από 1.250.000 πρόσφυγες Ελλάδας λόγω της Μικρασιατικής Καταστροφής, με τα πάθη του Διχασμού οξυμένα και το αίμα των έξη εκτελεσθέντων ακόμη νωπό στο Γουδί, κι επί πλέον ανήκοντες οι ίδιοι στην πολιτική παράταξη που είχε μόλις ανατρέψει το βασιλικό καθεστώς, είχαν την σωφροσύνη, είχαν την νηφαλιότητα, είχαν με άλλα λόγια την αναγκαία ποιότητα, για να αντιληφθούν την ποικίλη αξία του πρώην βασιλικού κτήματος. Κι επρονοήσαν γι’ αυτό ορθά, νομοθετώντας  το «Ταμείον Τατοϊου» και προβλέποντας ειδικό κονδύλι στον προϋπολογισμό για την συντήρηση του Κτήματος, με αποτέλεσμα να συνεχίσουν απρόσκοπτα οι λειτουργίες του, προσαρμοσμένες στο νέο πολίτευμα. Το έχω πει και το επαναλαμβάνω και σήμερα, ότι στο Τατόι, πριν το 1967/73/74, την ασυνέχεια, τις ρήξεις, τις έφεραν όχι οι καθεστωτικές μεταβολές, αλλά οι πυρκαγιές. Αντιλαμβανόμαστε δηλαδή, όχι χωρίς ενοχή, όχι χωρίς κάποιο αίσθημα ντροπής, πως αυτό που ήταν εφικτό και που πραγματοποιήθηκε το 1924, υπό τις δραματικές συγκυρίες και περιστάσεις που περιέγραψα – το 1930-35 ήταν για τους Έλληνες απολύτως φυσικό να συνυπάρχει ο πρόεδρος της Δημοκρατίας στο πρώην ανάκτορο, μαζί με μία μόνιμη έκθεση αφιερωμένη στον Γεώργιο τον Α΄, ανοικτή στο κοινό – δεν ήταν εφικτό πενήντα/πενηνταένα χρόνια αργότερα και παραμένει ακόμη και σήμερα ζητούμενο, δηλαδή άλλα τριανταπέντε χρόνια μετά, με ένα πολίτευμα από δεκαετίες πια εδραιωμένο και με μία κοινή γνώμη ευνοϊκή υπέρ της διάσωσης και της ανάδειξης του Τατοΐου…

    Κι αν λόγω των συνθηκών εκτάκτου ανάγκης που διερχόμεθα η πλήρης αποκατάσταση και ανάδειξη του Τατοΐου δεν είναι εφικτή, ας κινητοποιηθούμε για να αποτρέψομε τουλάχιστον την περαιτέρω επιδείνωση της κατάστασης των κτιρίων και ας καταστρώσομε Πολιτεία και Κοινωνία μαζί, με περίσκεψη, υπευθυνότητα, μεράκι και φαντασία τις βάσεις της νέας περιόδου της ιστορίας του Κτήματος. Έχοντας συγκεκριμένο σχέδιο και βαδίζοντας βάσει μιας προγεδιαγραμμένης πορείας, είναι νομίζω δυνατό να το πραγματώνομε σταδιακά, ανάλογα με τις έκάστοτε δυνατότητες (που ΔΕΝ πρέπει, τονίζω, να είναι αποκλειστικά κρατικές). Έτσι ώστε να αρχίσει σύντομα το Κτήμα να αποφέρει έσοδα, – λιγώτερα στην αρχή, περισσότερα στην συνέχεια – τα οποία θα ενισχύουν διάφορα έργα μέσα σ’ αυτό, ενώ θα ανακουφίζουν αντίστοιχα τις άλλες πηγές ενίσχυσης.

     

    Κυρίες και κύριοι, αγαπητοί φίλοι.

    Το Τατόι – αυτή ήταν πάντοτε η πεποίθησή μου – την οποία και σεις, είμαι βέβαιος συμμερίζεσθε, ήταν και είναι μία πρόκληση και ένα βασικό κριτήριο πολιτισμού. Λέμε δηλαδή πως κρίνεται το πολιτιστικό επίπεδο του οποιουδήποτε από την συμπεριφορά του, από την στάση του απέναντι στο ζήτημα του Τατοΐου. Περιττεύει ίσως να πω ότι καμμία από τις κυβερνήσεις που παρήλασαν από τον Μάρτιο του 2003 στον τόπο μας δεν πέρασε, ούτε καν στοιχειωδώς τις εξετάσεις πολιτισμού.

    Όπως δεν πέρασε καμμιά τους ούτε και τις εξετάσεις της δημοκρατίας, για λόγους που μου φαίνονται ευνόητοι και στους οποίους δεν θα επεκταθώ.

    Αμέσως τώρα θα σας πει δύο λόγια η κυρία Καρρά για τα δύο άλλα προγράμματα της Ελληνικής Εταιρείας που βρίσκονται εν εξελίξει αυτή την στιγμή στο Τατόι.

    Και εν συνεχεία, ο λόγος, φίλοι του Τατοΐου, θα ανήκει σε σας! Η συζήτηση την οποία με ανυπομονησία αναμένω, και στην οποία θα κατατεθούν νέες ιδέες και θα αναζητηθούν νέοι τρόποι και νέα όργανα δράσης, που θα ενισχύσουν τα ήδη υπάρχοντα, θα είναι, είμαι βέβαιος, το ουσιαστικώτερο τμήμα της αποψινής μας συγκέντρωσης!

    22/23-10-2010